Το Φόβητρο

Εκφοβισμός ψυχής θα πει
«Απαγορεύεται να χάσεις».
Και πως όπου κι αν στραφείς
μάταιο θα ‘ναι – κι έτσι μακραίνουν οι αποστάσεις.
Κι ό,τι μας λιγοστεύει, θα δεις πως κάποτε, κάπου μακριά, κάπως μας γέμιζε.
Πέτρες στον ουρανό σου, ο ήλιος ένα βαρίδιο στην πλάτη του,
σαν το κατακάθι από ένα φλιτζάνι του καφέ σου
ξεχασμένο στον πάγκο της κουζίνας μου για χρόνια.
Μου καλύπτει την ύπαρξη.
Κι εσύ πάλι να ρωτάς αθώα «Τι σου έχω φταίξει;».
Εσύ, καλέ μου, πουθενά.
Μόνη μου γκρεμίζω ουρανούς,
να ανανεώσω την ικανότητα αποκατάστασης τους.
Σάμπως ένας φόβος να τους διέλυσε.
Ένας φόβος, που τον φορώ λουλούδι στα μαλλιά μου.
Αλλά αυτό μην το πεις πουθενά, καλέ μου.
Ας μείνει μεταξύ μας. Και αυτό.
Τέτοιες ώρες υπολείπομαι του αστείου.
Μοιάζουν όλα σοβαρά, όπως όταν ήμασταν μικρά παδιά.
και προσποιούμασταν πως καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει
για να ταιριάξουμε λίγο περισσότερο με τον κόσμο των μεγάλων.
Που να φανταστούμε τότε βλέπεις, πως κι εκείνοι το ίδιο κάναν.
Άντε να έβρισκες μεγάλο που να σου πει
«Μη μασάτε παιδιά, κι εγώ ιδέα δεν έχω τι κάνω,
είχα μόνο ένα παιδί που μου κλέψανε» και να τον παίρνουνε οι άλλοι μεγάλοι στα σοβαρά.
Βλέπεις ο καθένας τον ουρανό του προσπαθεί να προστατέψει. Τα φόβητρα του κόσμου γεννιούνται παντού.

Και ο κόσμος θα μιλά

Όταν πια σταμάτησες να μιλάς
προκειμένου να ακούσεις για λίγο,
κατάλαβες ότι όλος ο κόσμος σιωπά
για να ακούσει μόνο τον εαυτό του
γύρω του.

Και είναι από απελπισία
που ξαναρχίζει πάλι να μιλά.
Και είναι από ντροπή
που ορκίζεται πως δε θα το ξανακάνει.
Και είναι από ανημποριά
που δεν τηρεί τους όρκους του.

Μη θυμώνεις.
Όλοι στέκουμε στον ίδιο δρόμο.
Όλοι, ασχέτως ο καθένας που κοιτά.
Ανίκανοι να δούμε πως όσο ο κόσμος κι αν μιλά,
και αν σιωπά,
και αν μιλά πάλι ξανά,
θα μιλά,
και θα σιωπά,
και θα μιλά πάλι ξανά,
μέσ’ από μας.

img_current_613_121_large

Περιουσίες

Οι μύθοι των άλλων είναι δική τους περιουσία.
Μην καταστρέφετε ό,τι δε σας ανήκει.
Κι αν ο κόσμος αποτελείται από κακούς, και καλούς,
διαλέγω το παράδοξο,
αυτό που μου επιτρέπει να μην παίζω «κλέφτες και αστυνόμους»
όλη μου τη ζωή.

Μεγαλώνουμε, και όσο μεγαλώνουμε,
μεγαλώνουνε μαζί μας και τα όνειρα.
Όσα κρύβαμε, φυλαγμένα στα συρτάρια,
πια δε μας ανήκουν.
Οφείλουμε, στους εαυτούς μας και στους γύρω μας,
να πάψουμε να είμαστε οι δειλοί
σε έναν κόσμο που επανειλημμένα
βλέπουμε
τη δειλία να αλλάζει ονόματα, χέρια, αιτήματα
προκειμένου να ανακυκλωθεί.
Ισχυρός θα δεις να είναι
αυτός που συνεχίζει
ως έχει
κι ας τον φωνάζουν όλοι στον δρόμο
ανίσχυρο.

Γιατί θα παίρνει επάνω του
όλη μα όλη την ευθύνη.
«Κι αν θα χαθεί ο κόσμος, πάλι εγώ θα φταίω»,
θα τον ακούσεις.

Το θέατρο της λογικής

Φοράω τα χρώματα που μου ζητούν να φορέσω.
Υποκινούμαι από τα ίδια νήματα
που υποκινούν
εκείνους
που σιχαίνομαι
και είμαι περήφανος γι’ αυτό
γιατί έτσι μου μάθαν,
μου μάθαν πως αν πολεμάω με παρέα
έχω ιερό σκοπό
μα αν μένω μόνος
κάτι υπάρχει πάνω μου στραβό.
Γι’ αυτό κι εγώ φωνάζω
κι εξοργίζομαι,
όταν μου λένε να φωνάξω, όταν μου λένε να εξοργιστώ.
Στην επανάσταση τους
είμαι πάντοτε αρχηγός.
Και ξέρουν τι θα πω, και πως θα το πω,
μου μετρούν τις λέξεις, κι ύστερα μου τις σερβίρουν,
κι εγώ μεγαλοπιάνομαι, γιατί νομίζω πως τάχα ήταν πάντοτε δικές μου.
Μου υπαγορεύουν το συναίσθημα, μου λεν επίσης που θα πρέπει να τονίζω τις προτάσεις,
πως θα πρέπει η φωνή λίγο να σπάει, μου μαθαίνουν,
κι έτσι να δίνεται έμφαση στην ανύπαρκτη συγκίνηση μου
και στο πόσο με συνεπαίρνει
να είμαι πολίτης αυτού του κόσμου
και να θυμώνω με τα θύματα του,
και με το αίμα που χύνεται άδικα.

Ποιο είναι το άδικα,
εξοργισμένε άνθρωπε,
το γνωρίζεις το άδικα
ή στο σφυρίξανε κι αυτό
στα μαθήματα επιφανής συνειδητότητας
που κρατάνε από τα γεννητούρια σου;
Φόρα τη μάσκα σου τώρα, εξοργισμένε άνθρωπε,
όπως τόσες και τόσες φορές
κι όταν θα τελειώσει κι αυτή η μέρα,
θα σβήσεις πάλι, όπως το φως, και την οργή σου.
Θα την αφήσεις στο κομοδίνο, δίπλα από το κρεβάτι σου
κι αυτή υπομονετική θα σε περιμένει πάλι εκεί
το επόμενο πρωί
να τη ρίξεις επάνω σου
τώρα που κάνει κρύο
στον καιρό χωρίς όραμα.
Μα η οργή, εξοργισμένε άνθρωπε, ξεχνάς
δε σβήνει
παρά μόνο αν καταφέρει τον σκοπό της.
Μα αυτό δε στο μαθαίνουν στα «σχολεία»…

Στο σημείο που όλα μπορούν

Κοιτάζω μέσα μου να δω αν κάτι λείπει
είναι αλήθεια πως πάντα όταν κάτι λείπει,
κάτι άλλο έρχεται.
Και έτσι ψάχνω με μανία
να ανακαλύψω το καινούριο μου δώρο.

Είπα να ζωντανέψω λίγο τη μάχη.
Να βάλω εμπόδια ανάμσεσα σε μένα
και σε όσα μπορώ να γίνω.
Το δράμα του ανθρώπου ξεκινά
όταν αρχίζει να αποζητά το δράμα.
Συνεχίζεται όταν αρχίζει να αποζητά τους άλλους.
Τελειώνει όταν αρχίζει να αποζητά τον εαυτό του.

Ρούχα που μου φόρεσαν, και με στένεψαν.
Ρούχα που μου φόρεσα, και χάθηκα μέσα τους.
Δεν υπάρχει κάτι που να λείπει.
Όσα υπήρξαν, έχουν αφήσει τα χνάρια τους πάνω μου
και δε λείπουν.
Δε λείπεις ποτέ, όταν έχεις υπάρξει.

Ο κόσμος σου
περιορίζεται μόνο από την εικόνα σου γι΄ αυτόν.
Γι’ αυτό να προσέχεις…